εὐζώνους

εὐζώνους
εὔζωνος
well-girdled
masc/fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἐυζώνους — εὔζωνος well girdled masc/fem acc pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εύζωνος — και εύζωνας, ο (ΑΜ εὔζωνος, ον Α και επικ. τ. ἐύζωνος, ον) νεοελλ. ελαφρά οπλισμένος στρατιώτης που φέρει την εθνική στολή (φουστανέλα, φέσι, τσαρούχια), τσολιάς μσν. αρχ. 1. (για γυναίκα) ζωσμένη ωραία, με λεπτή μέση, κομψή 2. ντυμένος ελαφρά,… …   Dictionary of Greek

  • παραπέμπω — ΝΜΑ 1. στέλνω κάποιον κάπου 2. (για πολεμικά πλοία) συνοδεύω νηοπομπή εμπορικών πλοίων σε καιρό πολέμου για προστασία τους από εχθρικές επιθέσεις 3. (σχετικά με δικαστικές υποθέσεις) διαβιβάζω στις ανακριτικές αρχές, υποβάλλω στο δικαστήριο για… …   Dictionary of Greek

  • φάριο — το / φάριον, ΝΑ [φᾱρος] νεοελλ. (για ευζώνους) φέσι αρχ. μάλλινος κεφαλόδεσμος …   Dictionary of Greek

  • Εύζωνοι — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ., 568 κάτ.) του νομού Κιλκίς. Βρίσκεται στο βόρειο άκρο του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πολυκάστρου. Ο συνοριακός σταθμός στους Ευζώνους του νομού Κιλκίς …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”